καλοτύχισμα

καλοτύχισμα
το [καλοτυχίζω]
1. μακαρισμός, το να θεωρεί και να αποκαλεί κάποιος έναν άλλο ευτυχισμένο
2. έκφραση ευχής σε κάποιον για καλή τύχη
3. στον πληθ. τα καλοτυχίσματα
τα συγχαρητήρια και οι ευχές που απευθύνονται σε κάποιον για ένα ευτυχές γεγονός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Look at other dictionaries:

  • καλοτύχισμα — το το να θεωρεί κανείς κάποιον ευτυχισμένο, ευχή σε κάποιον να έχει καλή τύχη: Με τα καλοτυχίσματά της απέχτησε τη συμπάθεια πολλών …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ευδαιμονισμός — Φιλοσοφική θεωρία η οποία παρουσιάζει ως σκοπό της ηθικής δράσης του ανθρώπου την επίτευξη της ευτυχίας. Ο ε. –αντίθετα από τον ηδονισμό με τον οποίο συχνά συγχέεται– αναφέρεται στην αναζήτηση της ευδαιμονίας με τη βοήθεια, σε μεγάλη κλίμακα,… …   Dictionary of Greek

  • μακαρισμός — ο (AM μακαρισμός) [μακαρίζω] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού μακαρίζω, καλοτύχισμα 2. στον πληθ. οι μακαρισμοί οι οχτώ σύντομοι αφορισμοί με τους οποίους αρχίζει η επί τού όρους ομιλία τού Ιησού μσν. αρχ. υπόσχεση για ευλογία αρχ. απόδοση… …   Dictionary of Greek

  • μακαριστός — μακαριστός, ή, όν (AM) [μακαρίζω] αυτός που θεωρείται μακάριος μσν. το ουδ. ως ουσ. τὸ μακαριστόν μακαρισμός, καλοτύχισμα αρχ. ζηλευτός, ποθητός. επίρρ... μακαριστῶς (Α) με μακαριστό τρόπο …   Dictionary of Greek

  • μακαρισμός — ο 1. το να αποκαλούν κάποιον μακάριο, το καλοτύχισμα. 2. οι εννιά σύντομοι λόγοι του Χριστού που είναι γνωστοί ως «η επί του Όρους ομιλία» και ξεκινούν με τη λέξη «μακάριοι» …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”